Γιάννης Στεφάνου, βραβευμένος 2 φορές από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας

  • Γιάννης Στεφάνου, επίκουρος καθηγητής Ecole Nationale des Ponts et Chaussees Paris

Μετά την πρώτη βράβευσή του από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας, συνομιλήσαμεμε τον κ. Γιάννη Στεφάνου (απόφοιτο 1999 τού Β΄ Τοσιτσείου Λυκείου Εκάλης, επίκουρο καθηγητή στην École Nationale des Ponts et Chaussées στο Παρίσι) για την επιστημονική του πορεία και τους στόχους του. Σήμερα ο Γιάννης Στεφάνου είναι καθηγητής στην École Centrale de Nantes και υποψήφιος στους Falling Walls Finalists in Physical Sciences 2023 για την έρευνά του σχετικά με την πρόληψη των σεισμών, την προστασία της ανθρώπινης ζωής και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

 

Κύριε Στεφάνου, πώς ξεκίνησε η πορεία σας στο Παρίσι;

Το 2011 συμμετείχα σε έναν διαγωνισμό για την πρόσληψη ερευνητή/επίκουρου καθηγητή, μάλιστα ήμουν στον στρατό όταν έμαθα για την προκήρυξη. Υπέβαλα υποψηφιότητα, βγήκα πρώτος και αποφάσισα να έρθω να δουλέψω εδώ σε ηλικία 29 ετών. Έχουν περάσει έξι χρόνια από τότε και η εμπειρία μου είναι θετική σε διάφορα επίπεδα. Γνωρίζω μιαν άλλη κουλτούρα, ευρύτερη και επιστημονική, αλλά και έναν άλλο τρόπο ζωής.

 

Με ποιους φορείς συνεργάζεστε;

Με τη σχολή École Nationale des Ponts et Chaussées, στην οποία είμαι επίκουρος καθηγητής, και το IFSTTAR (τέως Laboratoire Centrale des Ponts et Chaussées, όπου έχω θέση ερευνητή.

Είμαι απόφοιτος της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών ΕΜΠ και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στην Εφαρμοσμένη Μηχανική από τη Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών του ΕΜΠ, από την οποία έλαβα επίσης το διδακτορικό μου το 2010.

Η έρευνά μου εστιάζεται στα γεωυλικά, τα οποία είναι λίαν ετερογενή υλικά, και συγκεκριμένα στη μελέτη της ευστάθειάς τους υπό συνθήκες υψηλής πίεσης και θερμοκρασίας. Τα θεωρητικά, αριθμητικά και πειραματικά εργαλεία τα οποία αναπτύσσω καλύπτουν ευρύ φάσμα εφαρμογών που εκτείνονται από τη σεισμική συμπεριφορά των κατασκευών, όπως είναι η τοιχοποιία και τα κλασικά ή νεότερα μνημεία, έως τη γένεση των σεισμών και την επανενεργοποίηση των σεισμικών ρηγμάτων.

Το ενδιαφέρον μου για τα μνημεία ξεκίνησε από τη διπλωματική μου το 2004, η οποία είχε ως αντικείμενο την εκτίμηση της ευστάθειας του ΝΑ-Α τμήματος του βράχου και τού τείχους της Ακρόπολης. Κατά τη διάρκεια της διδακτορικής μου διατριβής εργάστηκα επίσης στο τεχνικό γραφείο αναστήλωσης του Παρθενώνα, πράγμα το οποίο επηρέασε την έρευνά μου για κάποια χρόνια.

 

Σε ένα παιδί που επισκέπτεται την Ακρόπολη και ρωτάει για τις σκαλωσιές τι θα απαντούσατε;

Θα προσπαθούσα με απλά λόγια να του διηγηθώ τα πιο σημαντικά σημεία από την ιστορία του μνημείου και τις φάσεις αναστήλωσής του. Στις αρχές του 20ού αιώνα έγινε η πρώτη σημαντική αναστήλωση του Παρθενώνα. Την ανέλαβε ο Νικόλαος Μπαλάνος, ο οποίος για την εποχή έκανε πολλά καλά, αλλά και ένα σημαντικό σφάλμα: Αντικατέστησε τους σιδηρούς αρχαίους μολυβδοχοημένους συνδέσμους με νέους από χάλυβα. Το πρόβλημα είναι ότι ο χάλυβας οξειδώνεται με ταυτόχρονη σημαντική αύξηση του όγκου του, με αποτέλεσμα πολλά μαρμάρινα μέλη να ρηγματωθούν έντονα από την αναστήλωση του Μπαλάνου έως σήμερα, πράγμα το οποίο δικαιολογεί τη σημερινή επέμβαση.

Η σημερινή μορφή του Παρθενώνα οφείλεται σε μια έκρηξη που έγινε το 1687. Οι Ενετοί πολιορκούσαν με οβίδες τους Τούρκους, οι οποίοι ήταν οχυρωμένοι μέσα στον ναό. Μέχρι τότε το μνημείο βρισκόταν σε πολύ καλή κατάσταση, παρότι είχε καεί δύο φορές. Μία οβίδα διέτρησε τη σκεπή και ανατίναξε το μπαρούτι που αποθήκευαν οι Τούρκοι στο εσωτερικό του ναού, δίνοντας τη σημερινή μορφή στο μνημείο. [Στις 30 Ιανουαρίου 2024 ο Γιάννης Στεφάνου και η ομάδα του κατάφεραν να αναπαραγάγουν αυτή την έκρηξη στο εργαστήριο!]

 

Ως ειδικός πώς εξηγείτε το φαινόμενο ότι ο Παρθενώνας δεν γκρεμίζεται με τους σεισμούς;

Οι παράγοντες είναι πολλοί και συστηματική έρευνα είναι απαραίτητη για την εξαγωγή ολοκληρωμένων συμπερασμάτων στο μέλλον.

Κατ’ αρχάς πρέπει να αναφέρουμε ότι ο Παρθενώνας είναι χτισμένος πάνω στον βράχο της Ακρόπολης, ο οποίος επικάθεται του αθηναϊκού σχιστολίθου, που είναι πιο μαλακός σχηματισμός από τον ασβεστόλιθο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μερική ανάκλαση των σεισμικών κυμάτων στη διεπιφάνεια των δύο υλικών και κατ’ επέκταση την εν γένει μείωση της σεισμικής ενέργειας που φτάνει στο μνημείο. Από την άλλη βέβαια, λόγω της έντονης τοπογραφίας του βράχου, θα περίμενε κανείς την εστίαση των σεισμικών κυμάτων σε αυτόν και ως εκ τούτου την ενίσχυση της σεισμικής διέγερσης. Έχουμε λοιπόν δύο ανταγωνιστικά φαινόμενα. Κάποιες πρωτόλειες μετρήσεις στο παρελθόν έδειξαν ότι αυτοί οι δύο παράγοντες μάλλον εξισορροπούνται. Συνεπείς μετρήσεις και μελέτες είναι βέβαια απαραίτητες για την ποσοτικοποίηση και τη βαθύτερη γνώση του γεωσυστήματος.

Σε κάθε περίπτωση όμως ο τρόπος κατασκευής του μνημείου είναι τέτοιος ώστε κάτω από ορισμένες συνθήκες να προσφέρει αυτό που θα ονομάζαμε σήμερα σεισμική μόνωση. Ο Παρθενώνας, όπως και οι λοιπές αρχαίες κατασκευές επί του βράχου, είναι σπονδυλωτή κατασκευή. Οι κίονες για παράδειγμα αποτελούνται από επάλληλα ασύνδετα μεταξύ τους ογκώδη στοιχεία που ονομάζονται σπόνδυλοι. Κατά τη διάρκεια της σεισμικής δόνησης οι σπόνδυλοι αυτοί λικνίζονται στον χώρο (στη βιβλιογραφία η κίνηση αυτή ονομάζεται wobbling). Σύγχρονη επιστημονική έρευνα δείχνει ότι η κίνηση αυτή είναι ευεργετική καθώς βοηθάει στην ελεγχόμενη απόσβεση της σεισμικής ενέργειας και έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της σεισμικής συμπεριφοράς της κατασκευής.

 

 

Το βραβείο που πήρατε σε τι αφορά;

Το βραβείο μού απονεμήθηκε για την πρόταση που υπέβαλα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας που χρηματοδοτεί καινοτόμες ιδέες νέων ερευνητών. Νέοι ερευνητές θεωρούνται επιστήμονες που έχουν αποκτήσει το διδακτορικό τους δίπλωμα μέχρι και πριν από επτά χρόνια. Κάθε ενδιαφερόμενος ερευνητής έπρεπε να προτείνει ένα σχετικό με την έρευνά του θέμα, που περνάει από κρίση, κατά την οποία γίνεται λεπτομερής αξιολόγηση γιατί ο ανταγωνισμός είναι υψηλός, αφού οι ερευνητικές προτάσεις έρχονται από όλο τον κόσμο. Η δική μου πρόταση αφορούσε στον έλεγχο των σεισμών στη γένεσή τους.


Είναι μια πρόταση που έχει μεγάλη σημασία για τη χώρα μας.

Πράγματι στην Ελλάδα έχουμε σημαντικούς σεισμούς. Μην ξεχνάμε όμως ότι υπάρχουν και άλλες περιοχές με σεισμούς ακόμα μεγαλύτερης εντάσεως. Πρόσφατα παραδείγματα είναι oι σεισμοί στα σύνορα Ιράν-Ιράκ, στο Μεξικό, στην Ιταλία, πριν από μερικά χρόνια στο Νεπάλ· η λίστα είναι μακρά.

Σίγουρα το μεγαλύτερο κόστος είναι οι ανθρώπινες ζωές στις περιοχές όπου οι σεισμικές καταστροφές έχουν την πρωτιά. Όμως υπάρχει και το οικονομικό κόστος, το οποίο έχει τόσο βραχυπρόθεσμες όσο και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις (πτώση βιοτικού επιπέδου, φτώχεια, ανάγκη κατασκευής ή επισκευής σχολείων, νοσοκομείων…). Πρέπει να σημειωθεί ότι το κόστος αυτό επιμερίζεται σε έναν βαθμό σε όλο τον πλανήτη. Στην περίπτωση του πρόσφατου σεισμού στο Νεπάλ, για παράδειγμα, μόνο οι χώρες που ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρείχαν εκατοντάδες εκατομμύρια για ανθρωπιστική βοήθεια.

Η Ελλάδα, μετά τη βράβευσή σας, έχει δείξει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον να σας προσεγγίσει;

Προς το παρόν δεν υπάρχει τέτοια ένδειξη από κάποιον συγκεκριμένο φορέα. Μπορεί να υπάρξει στο μέλλον, αλλά αυτό που έχουμε διαπιστώσει είναι ότι μάλλον αυτά τα πράγματα δεν σχετίζονται μεταξύ τους.

 

Ποια είναι η αντιμετώπιση των Γάλλων απέναντι σε έναν νέο ικανό επιστήμονα σε σχέση με την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα;

Η αίσθησή μου είναι ότι η Γαλλία είναι ένας συνδυασμός της κουλτούρας του Βορρά και της Μεσογείου και αυτό είναι καλό!

Για παράδειγμα στην Ελλάδα, όπως και στην Ιταλία από όσο ξέρω, για να γίνεις καθηγητής πρέπει να περάσουν πολλά χρόνια, να περάσεις όλα τα στάδια του τοπικού συστήματος (υπάρχουν βέβαια και εξαιρέσεις). Στη Γαλλία αυτό δεν ισχύει στον ίδιο βαθμό. Οπωσδήποτε θα δυσκολευτείς. Υπάρχουν και στη Γαλλία οι ανθρώπινες αδυναμίες, η λεγόμενη «ιεραρχία», αλλά αυτά μπορούν να ξεπεραστούν πιο εύκολα, τουλάχιστον βάσει της εμπειρίας μου των έξι ετών που διαμένω στη χώρα. Μπορεί ένας νέος να πιστέψει ότι εάν δουλέψει και αξίζει θα ανταμειφθεί για αυτό. Στην Ελλάδα το αίσθημα αυτό χάνεται συνήθως εύκολα στις διαδικασίες, στην έλλειψη κινήτρου, ενθάρρυνσης και φυσικά λόγω των οικονομικών δυσκολιών.

 

Πόσο ελεύθερος είναι ένας επιστήμονας πάνω στο αντικείμενό του και τι μέσα τού παρέχονται για να κάνει τη δουλειά του;

Στη Γαλλία υπάρχει αρκετή ελευθερία, τουλάχιστον εδώ που εργάζομαι. Στην Ελλάδα πιστεύω εξαρτάται πολύ από το συγκεκριμένο ακαδημαϊκό σύστημα στο οποίο βρίσκεται κανείς. Θεωρώ τον εαυτό μου αρκετά τυχερό που είχα δάσκαλο τον αείμνηστο Ιωάννη Βαρδουλάκη, ο οποίος με δίδαξε πολλά, μεταξύ των οποίων την ακαδημαϊκή ελευθερία.

Προς το παρόν, και επιμένω σε αυτό (!), η Γαλλία (μιλώ κυρίως για το ίδρυμα στο οποίο βρίσκομαι καθώς οι γενικεύσεις είναι πάντοτε αμφίβολες) προσφέρει καλή ισορροπία μεταξύ βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας. Διαθέτει πολύ καλή παράδοση στη Μηχανική και στα Μαθηματικά και προσφέρει ως επί το πλείστον μόνιμες ακαδημαϊκές θέσεις. Αυτό επιτρέπει στον επιστήμονα να ασχοληθεί με τα ερευνητικά θέματα που τον ελκύουν, ακόμα και απουσία τρέχουσας χρηματοδότησης. Επίσης υπάρχει ζήτηση για έρευνα από τη βιομηχανία, η οποία παρέχει χρηματοδότηση. Θεωρώ ότι στη Γαλλία ένας επιστήμονας που αγαπάει το έργο του, έχει δημοσιεύσεις και καλό βιογραφικό δύναται να ανέλθει στις ακαδημαϊκές βαθμίδες σχετικά ομαλά και γρήγορα. Αυτό το οποίο δεν προσφέρει η Γαλλία είναι ένα εύλογο, όχι απαραίτητα μεγάλο, ποσό χρηματοδότησης στους νέους ερευνητές (Starting package), ώστε να έχουν μεγαλύτερη ελευθερία από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ακαδημαϊκής τους ζωής. Αυτό θα προσέφερε έναν χρόνο επώασης και επιστημονικής επένδυσης, χρήσιμο και παραγωγικό για να οδηγήσει σε νέες πρωτοποριακές ιδέες. Ευτυχώς υπάρχει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας για αυτό!

Ένα άλλο πρόβλημα που ελπίζω να λυθεί τα επόμενα χρόνια είναι η έλλειψη συστηματικής ενημέρωσης για τις συνθήκες υπό τις οποίες ένας ερευνητής μπορεί να εκμεταλλευτεί τα προϊόντα της έρευνάς του, πράγμα το οποίο μπορεί να αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα για την επιχειρηματικότητα, την τεχνολογική πρόοδο και την αμεσότερη επαφή των επιστημόνων με την κοινωνία και τις ανάγκες της. Ίσως οι συνθήκες αλλάξουν στο μέλλον. Θα δούμε.

 

Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα σας έδωσε τα απαραίτητα εφόδια;

Θα μιλήσω για το εκπαιδευτικό σύστημα μέχρι το 2004, οπότε ολοκλήρωσα τις βασικές σπουδές μου. Μπήκα το 1999 στους Πολιτικούς Μηχανικούς ΕΜΠ· πριν ήμουν μαθητής στο Τοσίτσειο. Οι Πανελλήνιες τότε ήταν ένα σύστημα το οποίο μου ταίριαζε πολύ, με την έννοια ότι μπόρεσα και εμβάθυνα στα Μαθηματικά, στη Φυσική και τη Χημεία. Αυτό μου έδωσε πολύ καλές βάσεις, οι οποίες με βοήθησαν και στο Πολυτεχνείο αλλά και αργότερα! Δεν σας κρύβω ότι καμιά φορά μπορεί να ανοίξω και ένα σχολικό βιβλίο από τις «Δέσμες» για να θυμηθώ κάτι που θέλω!

Στο Πολυτεχνείο ο φοιτητής που ενδιαφέρεται μπορεί να μάθει πολλά· πολλοί όμως φοιτητές, μεταξύ των οποίων και εγώ σε έναν βαθμό, χάνονται στο πανεπιστήμιο. Υπάρχουν πολλά μαθήματα που δεν είναι στοχευμένα, δεν ενδιαφέρουν απαραίτητα τον φοιτητή, αλλά παρ’ όλα αυτά είναι υποχρεωτικά. Εκεί θα ήθελα μεγαλύτερη ευελιξία και τη δυνατότητα να μπορώ να επιλέξω και μαθήματα άλλων σχολών του ΕΜΠ. Θεωρώ ότι αυτό θα ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για την προσωπική επιστημονική εξέλιξη και ιδιαίτερα σε περιόδους αβέβαιης και μη προβλέψιμης οικονομικής πορείας της αγοράς. Όσον αφορά σε εμένα, τελικά διάβασα τα βιβλία άλλων μαθημάτων και παρακολούθησα τα μαθήματα που με ενδιέφεραν χωρίς αυτά να αποτελέσουν μέρος του επίσημου προγράμματος σπουδών μου. Αυτή η πρωτοβουλία με βοήθησε αρκετά.

Επίσης υπάρχουν πολλοί φοιτητές, η πλειονότητα θεωρώ, που σπουδάζουν με πρωταρχικό σκοπό την εύρεση εργασίας. Δεν τους ενδιαφέρει απαραίτητα η έρευνα ή η ακαδημαϊκή καριέρα. Εκεί χρειάζεται βοήθεια ο νέος από το πανεπιστήμιο και από τους καθηγητές του, που πρέπει να προσφέρουν πιο στοχευμένη και πρακτική εκπαίδευση στους φοιτητές που το επιθυμούν. Η σύνδεση μεταξύ της αγοράς εργασίας και της διδασκαλίας είναι μάλλον περιορισμένη στο πανεπιστήμιο. Θεωρώ ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης και το κλειδί είναι η ευελιξία στην επιλογή των μαθημάτων, η στενότερη συνεργασία του φοιτητή με τους διδάσκοντες, η επαφή με παλιούς αποφοίτους και νυν επαγγελματίες.

Πάντως θέλω να σημειώσω ότι η διδασκαλία μεγάλου μέρους των μαθημάτων γίνεται σε υψηλό επίπεδο και απέκτησα καλές βάσεις.

 

 

Ποια προσόντα σας σας βοήθησαν να κερδίσετε τη χρηματοδότηση τού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου;

Είναι δύσκολο να απαντήσω σε αυτό. Κατ’ αρχάς με βοήθησε ότι είχα στο μυαλό μου μια ξεκάθαρη ιδέα, η οποία επωάστηκε από το τέλος του 2010, στο τέλος της διδακτορικής μου διατριβής. Τότε η ιδέα αυτή μου φαινόταν δύσκολα υλοποιήσιμη. Σιγά-σιγά όμως, προχωρώντας την έρευνά μου, διαπίστωσα ότι μάλλον είναι εφικτή. Τα μαθηματικά δείχνουν ότι υπάρχουν συνθήκες που εξασφαλίζουν το επιθυμητό αποτέλεσμα και η χρηματοδότηση θα με βοηθήσει να διερευνήσω την ερώτηση αυτή, όπως επίσης και άλλα ανοικτά επιστημονικά ζητήματα εις βάθος.

Η υποψηφιότητά μου ήταν ενδιαφέρουσα εμπειρία, αλλά είναι δύσκολο να ξεχωρίσω τις επιμέρους δεξιότητες που μου ζητάτε. Εκτός από τον καθορισμό ενός αναλυτικού ερευνητικού πλάνου, πρέπει να είναι κανείς συγκεκριμένος και ξεκάθαρος, ώστε να μπορέσει να πείσει τον εαυτό του και τους άλλους ότι αυτό το οποίο προτείνει είναι πρωτότυπο, υλοποιήσιμο, ότι είναι σε θέση να το κάνει ο ίδιος, διότι η έρευνα θα πραγματοποιηθεί από τον ίδιο τον ερευνητή και την ομάδα που θα συστήσει, και ότι το πρόγραμμά του θα έχει σημαντικά αποτελέσματα για την κοινωνία και την επιστήμη. Εάν μπορεί να αποδείξει αυτά τα σημεία, σημαίνει ότι έχει κάνει πολύ καλή προετοιμασία.

 

Είναι πράγματα που μαθαίνουν οι φοιτητές ή οι υποψήφιοι διδάκτορες στην Ελλάδα;

Όχι, δεν τα μαθαίνουν, αλλά νομίζω ότι δεν τα μαθαίνουν και πουθενά. Πολλές φορές στην έρευνα αναλωνόμαστε σε λεπτομέρειες, επειδή οι διδακτορικές διατριβές γίνονται στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου προγράμματος, είτε αυτό προέρχεται από μία εταιρεία είτε από ένα πρόγραμμα βασικής έρευνας. Εκεί υπάρχει ο κίνδυνος να ξεχάσουμε τη μεγάλη εικόνα, το δάσος εάν θέλετε.

 

Αισθάνεσαι ότι ανήκεις στη γενιά που έφυγε από την Ελλάδα λόγω της κρίσης;

Οπωσδήποτε η κρίση έπαιξε σημαντικό ρόλο, αλλά και πριν από την κρίση θυμάμαι ότι ο καθηγητής μου μας παρότρυνε να πηγαίνουμε στο εξωτερικό, να γνωρίζουμε άλλες επιστημονικές ιδέες και κουλτούρες και αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό. Οπότε ήταν κάτι που το ήθελα, τουλάχιστον για κάποιο διάστημα. Φυσικά, η κρίση μάλλον συνετέλεσε και επέσπευσε την απόφασή μου.

 

Ως απόφοιτος των Αρσακείων ποια είναι η αίσθηση που έχετε για το σχολείο σας;

Έχω διατηρήσει πολύ ωραίες μνήμες και εικόνες. Κατ’ αρχάς το σχολικό περιβάλλον του Τοσιτσείου είναι πολύ όμορφο και στα περισσότερα μαθήματα η διδασκαλία ήταν συστηματική. Θεωρώ ότι το σχολείο μου με βοήθησε ώστε στην Γ΄ λυκείου και στις Πανελλήνιες να έχω καλύτερη επίδοση.

 

Θα ήθελες κάποιο στοιχείο τού εκπαιδευτικού γαλλικού συστήματος να εφαρμόζεται και στο ελληνικό;

Όπως σας ανέφερα και πριν, θεωρώ πολύ σημαντικό να ήταν δυνατόν, τουλάχιστον για κάποιες σχολές στην Ελλάδα, εάν δεν είναι εφικτό σε όλες, οι φοιτητές να έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στη σύνθεση του προγράμματος σπουδών τους. Για παράδειγμα έχω συμφοιτητές πολιτικούς μηχανικούς που ήθελαν να ασχοληθούν συστηματικά με τον προγραμματισμό. Θα μπορούσαν να πάρουν γερές βάσεις εντός του ακαδημαϊκού χώρου, εάν το ήθελαν, κερδίζοντας χρόνο και όντας πιο ανταγωνιστικοί στην αγορά εργασίας αργότερα. Η ακαμψία στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι απώλεια για τη χώρα, γιατί ειδικά σε μια περίοδο κρίσης, αν πάρουμε το παράδειγμα του πολιτικού μηχανικού, όταν θα τελειώσει τις σπουδές του δεν θα έχει δουλειά. Από την άλλη όμως η βαθμολογία εισαγωγής του στο ΕΜΠ και οι ικανότητές του είναι πολύ υψηλές. Δεν είναι χάσιμο πόρων λοιπόν; Θεωρώ ότι ένας μηχανικός «généraliste», όπως θα λέγαμε στη Γαλλία, θα ήταν πιο χρήσιμος και προσαρμόσιμος στις κοινωνικές ανάγκες.

 

Από τη ζωή στη Γαλλία τι θα θέλατε να υπάρχει και στην Ελλάδα;

Αυτό που μου αρέσει στη Γαλλία είναι ότι υπάρχει ένας πιο ανοιχτός και πιο ουσιαστικός διάλογος. Στην Ελλάδα πολύ συχνά γινόμαστε οπαδοί κάποιας ξηράς ιδεοληψίας, συχνά σχετιζόμενης με κάποιο πολιτικό κόμμα, χωρίς να εστιάζουμε απαραιτήτως στην επιχειρηματολογία που τη συνοδεύει. Μας αρκεί το σύνθημα και αυτό το βλέπουμε και στα κανάλια. Θεωρώ ότι εν γένει στη Γαλλία υπάρχει πιο γόνιμος διάλογος που αποσκοπεί στο να μάθουμε κάτι και όχι μόνο να πείσουμε για κάτι.

 

Πώς κρίνετε το φαινόμενο τής ελληνικής τηλεόρασης που σε κάθε σεισμό παρουσιάζουν διαφορετικούς σεισμολόγους που ανταλλάσσουν απόψεις;

Νομίζω ότι οι δημοσιογράφοι κάνουν τη δουλειά τους. Θα μπορούσαν όμως να μη θυμούνται τους σεισμούς μόνο όταν σείεται η γη (!), αλλά να κάνουν και κάποιες εκπομπές σεμιναριακού χαρακτήρα ή να παρουσιάζουν ντοκιμαντέρ για τους σεισμούς. Έτσι ο κόσμος που δεν είναι ειδικός να μπορεί να καταλάβει και να αξιολογεί τι ακούει.

 

Άρα θεωρείτε ότι στην Ελλάδα όλη η κουβέντα γύρω από τους σεισμούς είναι συγκυριακή και επιφανειακή;

Στα κανάλια, ναι, είναι συγκυριακή, αλλά προκύπτει από την ανάγκη του κόσμου να ενημερωθεί. Το πρόβλημα όμως είναι ότι μένει εκεί, γιατί αν ο πολίτης ζητούσε και άλλες πληροφορίες τότε και το προϊόν της τηλεόρασης θα ήταν διαφορετικό και ο δημοσιογράφος θα είχε διαφορετική πρακτική. Ευτυχώς στις μέρες μας υπάρχει το ίντερνετ που μπορεί να δώσει πολλή και καλή πληροφορία σε όποιον ενδιαφέρεται.

 

Βλέπετε να συνεχίζετε την καριέρα σας στη Γαλλία ή σκέφτεστε το ενδεχόμενο να επιστρέψετε στην Ελλάδα ή να συνεχίσετε κάπου αλλού;

Όλα είναι ανοιχτά, μιλώντας τόσο για την Ελλάδα όσο και για οποιαδήποτε άλλη χώρα. Οπωσδήποτε η Ελλάδα είναι η χώρα μας. Ίσως κάποια στιγμή γυρίσω. Αλλά αν θα είναι για επιστημονικούς λόγους, αυτό δεν το γνωρίζω. Η ζωή είναι ένα μη γραμμικό, δυναμικό, χαοτικό σύστημα με τη μαθηματική έννοια του όρου. Είναι μια πολυπαραμετρική πορεία που εξαρτάται από την τύχη (με την έννοια του τυγχάνω), τις εκάστοτε συνθήκες ‒εάν θέλετε‒, τις οποίες δεν μπορούμε να ελέγξουμε σε απόλυτο βαθμό.

 

Ποιες είναι οι προοπτικές στο άμεσο μέλλον του ερευνητικού έργου που αναλάβατε;

Θα συγκροτήσω μια ομάδα 6-7 ατόμων και θα αναπτύξουμε πειραματικά, θεωρητικά και αριθμητικά εργαλεία, προσπαθώντας να απαντήσουμε σε κάποια ανοιχτά ερωτήματα πάνω στη γένεση των σεισμών, με απώτερο σκοπό τη διερεύνηση της πιθανότητας να αποφύγουμε τους καταστροφικούς σεισμούς στο μέλλον. Μετά τα 5 πρώτα χρόνια, ανάλογα με τα αποτελέσματα της έρευνας, θα εξαρτηθεί ποια θα είναι η συνέχεια.

 

Αυτό που διαβάσαμε στις εφημερίδες για τη διοχέτευση νερού σε κάποιο ρήγμα για την επιβράδυνση του σεισμού είναι ακριβές;

Είναι λίγο απλουστευμένο (λόγω χώρου), αλλά σήμερα, από το παράδειγμα της Οκλαχόμα, ξέρουμε ότι η εισπίεση ύδατος σε σημαντικά βάθη προκαλεί μικρούς σεισμούς αλλά και μεγάλους σεισμούς (παράδειγμα μέχρι μεγέθους 5,7 ρίχτερ). Μέχρι σήμερα όλα αυτά γίνονται με τρόπο ανεξέλεγκτο, λόγω της περιορισμένης γνώσης του γεωσυστήματος και των μηχανισμών ενεργοποίησης των ρηγμάτων. Εμβαθύνοντας, θα εξετάσουμε κατά πόσο είναι δυνατή η σταδιακή εκτόνωση της σεισμικής ενέργειας με ελεγχόμενο τρόπο. Θα πρέπει λοιπόν να απαντήσουμε σε πολλά επιστημονικά ερωτήματα. Η εισπίεση ύδατος είναι μία μέθοδος μεταξύ άλλων που θα εξετάσουμε στην πορεία.

 

Πώς θα επιλέξετε τους συνεργάτες σας;

Έχω ήδη συντάξει μια περιγραφή των διαφόρων θέσεων, την οποία θα κοινοποιήσω σε διάφορα επιστημονικά δίκτυα έτσι, ώστε να επιλέξω τους καταλληλότερους για κάθε επιμέρους αντικείμενο.

 

Σας ευχόμαστε κάθε επιτυχία στην έρευνά σας.

Σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας και για την ευκαιρία που μου δώσατε να επικοινωνήσω ξανά με το παλιό μου σχολείο.

 

Ο Γιάννης Στεφάνου μίλησε στην εκπομπή “28 Φορές Ευρώπη” της ΕΡΤ στις 28/12/2017.
Δείτε το σχετικό απόσπασμα:

Ολόκληρη η εκπομπή εδώ: http://webtv.ert.gr/ert1/28europe/18dek2017-28-fores-evropi/

 

Διαβάστε τη συνέντευξη σε μορφή flip book κάνοντας κλικ στο εξώφυλλο παρακάτω:

 

 

2024-02-01T09:20:22+02:00

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο.

Go to Top