Τάνια Γιαννούλη, πιανίστρια και συνθέτρια με διεθνή καριέρα

  • Τάνια Γιαννούλη πορτρέτο

Τάνια Γιαννούλη, απόφοιτη 1994, Α΄ Αρσάκειο-Τοσίτσειο Λύκειο Εκάλης, Greek International Women Award 2023 (GIWA) στην κατηγορία Arts & Culture

 

Αγαπητή κυρία Γιαννούλη, με ιδιαίτερη χαρά σας ξαναβρίσκουμε με την ευκαιρία της βράβευσής σας με το Βραβείο Greek International Women Award 2023 (GIWA) στην κατηγορία Arts & Culture. Ποια ήταν η πορεία σας μέχρι εκεί μετά την αποφοίτησή σας από τα σχολεία μας στην Εκάλη;

Ας ξεκινήσουμε λίγο πιο πριν. Ήρθα στο Αρσάκειο στην Δ΄ δημοτικού. Μετακομίσαμε στην Αθήνα όταν ήμουν 9-10 χρόνων και τότε γράφτηκα στο Αρσάκειο μαζί με την αδελφή μου. Γεννηθήκαμε και περάσαμε τα πρώτα χρόνια της παιδικής μας ηλικίας στην Άρτα, λόγω της εργασίας των γονιών μου. Οπότε από τότε που ήρθαμε στην Αθήνα είμαι γέννημα θρέμμα Αρσακειάδα. Αποφοίτησα από Α΄ Λύκειο της Εκάλης.

 

Πώς ζήσατε τη μετάβαση από μια επαρχιακή πόλη σε μια περιοχή όπως είναι τα βόρεια προάστια;

Η μετάβαση ήταν ομαλή, χωρίς κάποιο πρόβλημα. Πάντως ήταν μια σημαντική αλλαγή, γιατί το περιβάλλον ήταν εντελώς διαφορετικό. Η Άρτα στη δεκαετία του ‘80 ήταν χωριό. Ακόμη και τώρα υπάρχουν τεράστιες διαφορές, πόσω μάλλον τότε. Αλλά για εμένα ήταν πολύ σημαντικό το ότι ήρθαμε στην Αθήνα, γιατί τότε ξεκίνησα σοβαρά τα μαθήματα πιάνου με τη δασκάλα μου, με την οποία πήρα και το δίπλωμά μου αργότερα. Καταλαβαίνετε ότι στην επαρχία οι δυνατότητες ήταν πολύ περιορισμένες. Αλλά και η αλλαγή του σχολείου ήταν σημαντική για εμένα. Το όλο περιβάλλον του Αρσακείου μού άρεσε πολύ. Συμμετείχα πάντα σε οτιδήποτε καλλιτεχνικό γινόταν. Είτε θεατρική παράσταση είτε γιορτή είτε χορωδία. Μάλιστα ως θεατρική ομάδα είχαμε λάβει μέρος στους Πανελλήνιους Αγώνες Μαθητικού Θεάτρου που οργάνωνε τότε το Αρσάκειο σε συνεργασία με το Θέατρο Τέχνης – Κάρολος Κουν. Θυμάμαι ότι κάποια χρονιά είχαμε βραβευτεί. Τότε υπεύθυνες της θεατρικής ομάδας ήταν η κ. Ατσαβέ και η κ. Φαφαλιού.

 

Από όλες τις καλλιτεχνικές σας απασχολήσεις πώς επιλέξατε τελικά το πιάνο;

Κάποια στιγμή, στο λύκειο, έπρεπε να αποφασίσω τι θα σπουδάσω. Τότε δημιουργήθηκε το δίλημμα, μιας και ήμουν καλή μαθήτρια με αριστείο κάθε χρόνο. Όμως εκείνη την εποχή το Μουσικό τμήμα του Πανεπιστημίου μόλις είχε ιδρυθεί, είχε μόνο ένα τμήμα, Μουσικολογία, και κανείς δεν ήξερε ακριβώς τι είναι και τι μπορεί να κάνει επαγγελματικά όταν αποφοιτήσει από αυτό. Τότε, λοιπόν, οι γονείς μου, αλλά και πολλοί καθηγητές μου μου πρότειναν να κάνω και τα δύο: να σπουδάσω, ώστε να έχω ένα πτυχίο ανώτατης σχολής, ενώ παράλληλα να συνεχίσω τη μουσική και μετά να αποφασίσω τι θέλω να κάνω τελικά. Έτσι μπήκα στη διαδικασία των Πανελληνίων και όντως πέρασα στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας, από το οποίο πήρα πτυχίο στο Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, αλλά ποτέ δεν εξάσκησα το επάγγελμα. Ήξερα ότι το έκανα απλώς για να έχω ένα πτυχίο, ίσως και για να κάνω το χατίρι των γονιών μου, αλλά τίποτα παραπάνω. Ποτέ δεν δούλεψα ως γεωπόνος. Αντίθετα, δίδαξα για ένα μικρό χρονικό διάστημα, από το 2002 ώς το 2007, μουσικοκινητική αγωγή στους Απογευματινούς Ομίλους στο Σχολείο της Εκάλης. Ήταν εργασία μερικής απασχόλησης αλλά το έκανα και έμαθα πολλά από αυτή τη διαδικασία.

 

Πιστεύετε ότι οι πανεπιστημιακές σπουδές σάς βοήθησαν κάπου;

Αποφοίτησα από μια δύσκολη σχολή, η φοίτηση είναι 5 χρόνια, θέλει καθημερινή παρακολούθηση, έχει εργαστήρια, έχει απουσίες. Η παρακολούθηση δεν μου άφηνε πολύ ελεύθερο χρόνο, αλλά πιστεύω ότι μου έκανε καλό. Το μυαλό δουλεύει διαφορετικά όταν έχεις περάσει από αυτή τη διαδικασία του πανεπιστημίου, πόσω μάλλον όταν πρόκειται για μια θετική εφαρμοσμένη επιστήμη. Πιστεύω ότι με έχει βοηθήσει στη συγκρότηση, στην ανάλυση, στη σκέψη.

 

 

Και τελικά σας κέρδισε η μουσική. Πώς ήταν εξέλιξή σας σε αυτό τον χώρο;

Συνέχισα κανονικά τις σπουδές μου στο Ωδείο, οι οποίες επίσης είναι πολύχρονες σπουδές. Έκανα σπουδές πιάνου και σπουδές σύνθεσης, που είναι διαφορετικά πράγματα, δεν συνδυάζονται. Συνήθως κάποιος επιλέγει: σπουδάζει μόνο πιάνο ή μόνο σύνθεση, αλλά εμένα πάντα με ενδιέφερε η σύνθεση. Ακόμη και τώρα θεωρώ τον εαυτό μου πρωτίστως συνθέτρια και δευτερευόντως πιανίστρια. Το πιάνο είναι το μέσο μου, το όργανο στο οποίο παίζω τη μουσική που γράφω. Από μικρή έγραφα μουσική. Ακόμη και στο σχολείο, σε κάποιες παραστάσεις των Ομίλων είχα γράψει πρωτότυπη μουσική. Σιγά-σιγά, ενώ ακόμη σπούδαζα, αρχίσαμε με άλλους μουσικούς να παίζουμε. Κάποια στιγμή αποφάσισα να δημιουργήσω ένα δικό μου σχήμα, με το οποίο αρχίσαμε να παίζουμε τη μουσική μου. Έτσι προέκυψε και ο πρώτος δίσκος, το 2012, με τη νεοζηλανδική εταιρεία Rattle, στο Όκλαντ, στην οποία βγάζω μέχρι τώρα τη μουσική μου. Ο δίσκος αμέσως είχε πολύ μεγάλη απήχηση. Όλοι μου οι δίσκοι, από τον πρώτο κιόλας και στη συνέχεια ο δεύτερος και ο τρίτος, είχαν πολύ καλές κριτικές, είχαν πολύ καλή υποδοχή από τα μέσα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς.

 

Παράλληλα με την προσωπική σας έκφραση κατά τη σύνθεση, έχετε γράψει και μουσική για βίντεο, για ταινία μικρού μήκους, που είναι κατά παραγγελία. Είναι κάτι που επίσης σας ενδιαφέρει;

Έχω κάνει κάποιες τέτοιες δουλειές και ακόμη συνεχίζω, με μικρότερη συχνότητα. Η μουσική για εικόνα ή για άλλα μέσα είναι κάτι που με ενδιαφέρει πολύ, αλλά τα τελευταία χρόνια έχω εστιάσει περισσότερο στις συναυλίες με διάφορα σχήματά μου. Τώρα παίζω πιο πολύ σόλο. Πρόσφατα, τον Ιούνιο, κυκλοφόρησε και ο τελευταίος μου δίσκος με τον ομώνυμο τίτλο «Solo, Tania Giannouli». Έχω όμως και ένα τρίο με το οποίο παίζω πολύ συχνά στην Ευρώπη, διάφορα ντουέτι κ.λπ.

 

Είχατε αρχικά κάποια αναστολή που σας εμπόδιζε να παίζετε σόλο;

Το να βγεις να παίξεις σόλο ένα πρόγραμμα μίας ώρας ή και περισσότερο δεν είναι εύκολο. Πρώτον, από φυσικής απόψεως δεν είναι εύκολο. Θέλει πολλή αντοχή, είναι λίγο σαν να τρέχεις Μαραθώνιο. Δεύτερον, πρέπει να κρατήσεις το ενδιαφέρον του κοινού αμείωτο με ένα μόνο όργανο για μία ώρα. Όταν είναι πιο μεγάλο το σχήμα υπάρχουν πιο πολλές δυνατότητες, μοιράζονται και δραματουργικά οι ρόλοι. Όταν όμως είσαι μόνος σου με ένα όργανο είναι η τέλεια απογύμνωση. Αποκαλύπτονται όλα: τι μουσικός είσαι, τι τεχνική έχεις, έχεις να πεις κάτι ουσιαστικό ή το κοινό θα βαρεθεί; Έτσι, μου πήρε καιρό να το τολμήσω και να το κάνω. Και μάλλον το έκανα αφού είχα αποκτήσει αρκετή αυτοπεποίθηση από τα προηγούμενα πρότζεκτ μου, με τους δίσκους μου κ.λπ. Νομίζω ότι το έκανα τη στιγμή που έπρεπε.

 

Πώς προέκυψε η συνεργασία με τη δισκογραφική εταιρεία Rattle που βρίσκεται στη Νέα Ζηλανδία;

Στη Νέα Ζηλανδία είναι πολύ προχωρημένα τα μουσικά πράγματα σε σχέση με την Ευρώπη. Εκεί υπάρχουν ακόμα χρηματοδοτήσεις για την τέχνη, οργανισμοί που πραγματικά στηρίζουν την τέχνη και τους καλλιτέχνες. Το 2011 τους έστειλα το demo μου για τον πρώτο μου –τελικά– δίσκο, το Forest Stories. Τους άρεσε και όλα προχώρησαν πολύ γρήγορα. Έκτοτε έχω κυκλοφορήσει πέντε δίσκους στην εταιρεία αυτή, χωρίς να έχω ακόμη επισκεφτεί τη Νέα Ζηλανδία.

Η σύνθεση με πιάνο, ούτι και πνευστά ήταν προϊόν συγκεκριμένης δικής σας επιθυμίας ή προέκυψε απλώς από συνεργασία με φίλους;

Οτιδήποτε κάνω δεν το βασίζω σε φιλικές σχέσεις, αλλά στο τι θέλω να κάνω τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Μετά βρίσκω τους κατάλληλους ανθρώπους για να συνεργαστώ. Η σχέση με το ούτι προέκυψε λίγο παράδοξα, γιατί εγώ δεν έχω σχέση με την παραδοσιακή μουσική. Ακούω φυσικά, είμαι Ελληνίδα και έχω τα αντίστοιχα ακούσματα, αλλά δεν έχω κάποιες ιδιαίτερες γνώσεις, δεν έχω σπουδάσει τη συγκεκριμένη μουσική. Η συνεργασία αυτή προέκυψε με αφορμή μια συναυλία που είχε διοργανώσει η Στέγη στη Νίσυρο, ένα πρότζεκτ πολύ ιδιαίτερο στην πανσέληνο του Αυγούστου το 2018. Στη συναυλία 10 Έλληνες αυτοσχεδιαστές παίξαμε μέσα στον ενεργό κρατήρα, από τη δύση του ηλίου ώς την ανατολή. Ήταν ένα τοπίο σεληνιακό, απίστευτο. Ένας από τους μουσικούς έπαιζε ούτι. Όταν πήγαμε για τον ηχητικό έλεγχο το προηγούμενο βράδυ, μόνοι μας μαζί με τους τεχνικούς, αυτός έβγαλε το ούτι και άρχισε να παίζει. Σε αυτό το σκηνικό, το άκουσμα μου φάνηκε μαγικό. Τότε αποφάσισα πως θέλω να γράψω και να παίξω με ένα ούτι, πράγμα που δεν είναι συνηθισμένο. Δεν υπάρχει άλλο τρίο με πιάνο, ούτι και τρομπέτα. Όμως σε όλα τα μουσικά πράγματα κάνω αυτό που θέλω, δεν με ενδιαφέρει ούτε αν έχει ξαναγίνει ούτε αν γίνεται. Αυτά είναι δευτερεύοντα.

 

Εσείς παίζετε αυτοσχεδιαστικά και ο αυτοσχεδιασμός παραπέμπει συνήθως στην τζαζ. Πώς ορίζετε εσείς τη μουσική που παίζετε;

Θεωρώ ότι κάνω μουσική του σήμερα. Δεν μου αρέσουν πολύ οι ταμπέλες. Βέβαια κατανοώ ότι αυτή την ανάγκη και για καθαρά πρακτικούς λόγους. Π.χ. η Apple Music, όπου είναι αναρτημένες οι συνθέσεις, κάπως πρέπει να καθοδηγήσει το κοινό για το τι πρόκειται να ακούσει και να ψάξει στην κατηγορία που το ενδιαφέρει: είναι τζαζ, κλασική, έθνικ; Παίζω πιο πολύ, όχι όμως αποκλειστικά, σε φεστιβάλ τζαζ, γιατί σε αυτά υπάρχει μεγάλος ενθουσιασμός για τη μουσική μου και τον αυτοσχεδιασμό γενικότερα. Από την άλλη είναι πάρα πολύ σχετικό το τι είναι και τι δεν τζαζ σήμερα. Γιατί δεν είμαστε πια στο ’60. Η μουσική έχει ανοίξει πάρα πολύ.

 

Ο αυτοσχεδιασμός είναι κάτι το οποίο απαιτεί ειδικές δεξιότητες και τεχνική εκ μέρους του μουσικού;

Ναι. Πιστεύω ότι χρειάζεται να έχεις άλλες ικανότητες. Πάρα πολλοί κλασικοί μουσικοί ‒οι περισσότεροι θα έλεγα‒ δεν μπορούν να παίξουν χωρίς παρτιτούρα. Αν πάρεις την παρτιτούρα από μπροστά τους, κοκκαλώνουν, δεν ξέρουν τι να κάνουν. Το να αυτοσχεδιάσεις είναι λίγο σαν να συνθέτεις εκείνη την ώρα. Είναι κάτι που μαθαίνεται. Δεν θεωρώ ότι είναι μόνο χάρισμα. Μπορεί κάποιος και να το καλλιεργήσει, αλλά χρειάζεται η ικανότητα  να ακούει τους άλλους, να έχει τη δυνατότητα να συνδιαλέγεται, να μη θέλει να παίζει μόνο τα δικά του όλη την ώρα. Είναι πολύ ενδιαφέρον όμως, γιατί πρέπει να βρίσκεσαι σε εγρήγορση και είναι κάτι πολύ δημιουργικό!

 

Όταν αυτοσχεδιάζει, π.χ., ο πιανίστας και μετά κάνει το σόλο του ο τρομπετίστας κ.λπ., που είναι σαν μια συνομιλία, αυτό μπορεί να αποτυπωθεί και μετά να επαναληφθεί ή είναι μοναδικό κάθε φορά;

Καμία συναυλία δεν είναι ίδια με την άλλη. Παρ’ όλα αυτά σε κάποια κομμάτια που είναι πιο δομημένα, που υπάρχουν κάποια θέματα, κάποια δομή, κάποια συνέχεια, μπορεί να υπάρχουν σημεία-κλειδιά. Εδώ, π.χ., θα αλλάξουμε και θα πάμε στο άλλο μουσικό θέμα ή εδώ θα σταματήσουμε εμείς και θα παίξει το ούτι μόνο. Υπάρχουν κάποιες γενικότερες οδηγίες, αλλά ακριβώς ίδια δεν είναι ποτέ μια συναυλία με μια άλλη.

 

Το γεγονός ότι το ούτι, που ανήκει στα παραδοσιακά όργανα της Ανατολής, έχει και τις μικροκλίμακές του, ενώ κάτι τέτοιο δεν υπάρχει στη δυτική μουσική, σας έχει προκαλέσει ενδεχομένως να προσπαθήσετε να παίξετε κάτι αντίστοιχο στο πιάνο ή να βγάλετε ήχους αντίστοιχους στο πιάνο;

Πολύ επίκαιρη η ερώτησή σας, γιατί πριν από 10 περίπου ημέρες ήμουν στο Βερολίνο και έπαιζα με τον Αμίρ Ελ Σαφάρ, που είναι Αμερικανός τρομπετίστας-συνθέτης με καταγωγή από το Ιράκ. Παίζαμε στην αίθουσα Pierre Boulez, που είναι από τις πιο σημαντικές αίθουσες κλασικής μουσικής στην Ευρώπη, με το τρίο του ‒ όλοι ήρθαν από τη Νέα Υόρκη. Σε αυτό το πρότζεκτ το πιάνο είχε κουρδιστεί με μικροδιαστήματα. Δεν είχε το κλασικό κούρδισμα του πιάνου, όπως το ξέρουμε στην κλασική μουσική, αλλά κάποια διαστήματα ήταν μικροκουρδισμένα (microtuned). Ήταν ενδιαφέρον, δεν με δυσκόλεψε και νομίζω ότι ταίριαζε πάρα πολύ.

 

Αυτό δίνει ενδεχομένως τη δυνατότητα να εκφραστούν και συναισθήματα με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που έχουμε συνηθίσει να ακούμε και να τα ταξινομούμε;

Όχι, δεν θα το περιόριζα μόνο στο κούρδισμα. Γιατί το τι θέλεις να πεις και τι ήχους θέλεις να δημιουργήσεις με το όργανο δεν εξαρτάται μόνο από το κούρδισμα. Εξαρτάται από πάρα πολλά πράγματα. Και εγώ είμαι μουσικός που πειραματίζομαι πάρα πολύ με τον ήχο. Παίζω το πιάνο όχι μόνο με τον κλασικό τρόπο. Κάνω πράγματα και μέσα στις χορδές, χρησιμοποιώ αντικείμενα, το σώμα του πιάνου. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ η έννοια τού ήχου, όχι μόνο η κλασική μελωδία.

 

Πώς θα προσδιορίζατε το κοινό σας; Δηλαδή υπάρχει συγκεκριμένο κοινό που ακούει τη μουσική σας;

Δεν νομίζω ότι υπάρχει συγκεκριμένο κοινό. Έρχονται άνθρωποι όλων των ηλικιών στις συναυλίες. Όμως θα έλεγα ότι γενικότερα ‒όχι μόνο στα δικά μου πρότζεκτ‒ το κοινό της τζαζ είναι μιας ηλικίας και πάνω. Δεν είναι τόσοι πολλοί οι νέοι και οι έφηβοι. Δυστυχώς θα έλεγα, η μουσική αυτή είναι μακριά από τα ακούσματά τους, γιατί έχουν προσκολληθεί σε πολύ συγκεκριμένα και περιορισμένα είδη. Το μεγαλύτερο ποσοστό του κοινού των δικών μου συναυλιών είναι άνθρωποι μέσης ηλικίας.

 

Απαιτεί λοιπόν άσκηση τής ακοής και εμπειρία σε μουσικά ερεθίσματα; Απαιτεί ίσως και υπομονή, που δεν έχουν οι νέοι που θέλουν πολύ γρήγορα και ρυθμικά ακούσματα;

Εν μέρει μπορεί να είναι και αυτό. Βέβαια εγώ πιστεύω ότι η μουσική είναι η μόνη τέχνη που δεν χρειάζεται να την εξηγήσεις και να αιτιολογήσεις γιατί σου αρέσει κάτι. Δεν θεωρώ ότι πρέπει να έχει κάποιος ειδική μόρφωση ή καλλιέργεια ή εκπαίδευση για να πει αν τον συγκινεί κάποιο κομμάτι, ό,τι και να είναι αυτό. Η καλλιέργεια της αισθητικής μπορεί να γίνει σταδιακά, αλλά δεν νομίζω ότι μόνο οι άνθρωποι που ξέρουν ή έχουν ακούσει σύγχρονη μουσική μπορούν να εκτιμήσουν το είδος αυτό της μουσικής. Ιδανικά θα ήθελα όλοι οι άνθρωποι να μπορούν να είναι ανοιχτοί στη μουσική.

 

Πώς θα μπορούσαμε να καλλιεργήσουμε αυτό που λέμε αισθητήριο, να δέχεται δηλαδή κάποιος και να προσεγγίζει ήχους και συνθέσεις που δεν είναι της μόδας;

Κατ’ αρχάς πρέπει να δοθεί στους νέους η ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με αυτή τη μουσική. Διαφορετικά, εκ των πραγμάτων δεν θα ξέρουμε αν το δέχονται ή όχι. Κάτι τέτοιο όμως σπάνια γίνεται. Δηλαδή υπάρχουν νέα παιδιά που δεν έχουν καθόλου αυτά τα ερεθίσματα. Δεν τα έχουν στο σπίτι τους, δεν τα έχουν στο σχολείο, στο περιβάλλον τους. Με το τικ τοκ και τα σχετικά είναι πολύ συγκεκριμένα τα πράγματα που ακούνε ‒το ξέρω από τις ανιψιές μου‒οπότε δεν τους δίνεται καν η ευκαιρία, δεν ξέρουν ότι υπάρχει αυτό το είδος της μουσικής. Από την άλλη, υπάρχουν μουσικά εκπαιδευτικά προγράμματα που μπορούν να υλοποιηθούν μέσα στα σχολεία, οργανώνονται διάφορες συναυλίες ώστε οι νέοι να έρθουν σε επαφή με κάτι άλλο. Η Στέγη έχει κάνει πολλά τέτοια πράγματα. Άλλο παράδειγμα είναι τα λεγόμενα family concerts. Πρόκειται για συναυλίες που απευθύνονται σε όλη την οικογένεια και ένας από τους σκοπούς τους είναι αυτός: η γνωριμία με αυτού του είδους τη μουσική. Σε αυτό το πλαίσιο, στις 5 Νοεμβρίου 2023 έπαιξα στο Bozar στις Βρυξέλλες δύο συναυλίες σόλο πιάνο κατά τη διάρκεια προβολής ταινιών βωβού κινηματογράφου των αρχών του 20ού αιώνα. Τέτοιες συναυλίες είναι ευκαιρία για τα παιδιά να έρθουν σε επαφή με τον αυτοσχεδιασμό και με ένα πιο σύγχρονο άκουσμα.

 

Όταν μιλάμε για ένα σύγχρονο άκουσμα και επειδή είπατε ότι η μουσική σας είναι μουσική του σήμερα, πώς θα ορίζαμε το σήμερα; Γιατί τα ακούσματα και οι εμπειρίες των παιδιών προέρχονται είτε από τον χώρο της παρέας είτε από τον χώρο της μουσικής βιομηχανίας που έχει πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Άρα το δικό τους σήμερα είναι πολύ συγκεκριμένο και προσδιορισμένο από κάποιους άλλους. Αυτό που λέτε εσείς μοιάζει να είναι μια προσέγγιση του ατόμου προς το σήμερα. Σαν να κατανοώ την κοινωνική πραγματικότητα, τον κόσμο και εγώ να τον εκφράζω με άλλο τρόπο. Αυτές οι δύο προσεγγίσεις για να έρθουν κοντά πιστεύετε ότι αρκεί μια συναυλία τύπου family concert ή θέλει κάτι παραπάνω;

Πιστεύω ότι μία συναυλία δεν αρκεί. Είναι κάτι που πρέπει να χτιστεί από αρκετά μικρή ηλικία και πρέπει να γίνει από την οικογένεια. Αλλά αν δεν μπορεί η οικογένεια, γιατί δεν ακούει ή δεν έχει ασχοληθεί με τη μουσική, πρέπει να το κάνει το σχολείο. Και παρά το γεγονός ότι το σχολείο έχει τόσα πράγματα να κάνει, πιστεύω ότι πρέπει να κάνει και αυτό. Διότι η αισθητική καλλιέργεια είναι πολύ σημαντική. Δεν αρκεί να μάθουμε Μαθηματικά, Φυσική και Γραμματική. Πέρα από αυτά, πρέπει να γίνονται και πολλά άλλα πράγματα.

 

Σας ευχαριστούμε πολύ. Ευχόμαστε καλή συνέχεια, όλα να πάνε καλά και να εξελίσσεστε όπως θέλετε.

Εγώ σας ευχαριστώ πολύ.

 

 

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο.

Go to Top